18.5.11

ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΑΚΕΡΑΙΟΤΗΤΑ


Κάθε κυβέρνηση από την στιγμή ανάληψης της εξουσίας καλείται να εφαρμόσει το πρόγραμμά της για το οποίο υπερψηφίστηκε στις εκλογές. Με την λέξη πρόγραμμα κατανοούμε οι περισσότεροι, την επίλυση προβλημάτων και την διεύθυνση της κοινωνίας προς μιαν ανάπτυξη που να ικανοποιεί τις προσδοκίες της κοινωνίας.

Έτσι λοιπόν, το πρόγραμμα αναλύεται σε δύο λογικές κατηγορίες δράσης : τον στρατηγικό στόχο και τα μέσα πραγματοποίησής του. Ο στόχος όταν εκφράζει κάτι μεγαλόπνοο ονομάζεται Όραμα.

Κυβέρνηση χωρίς όραμα είναι μια διαχειριστική ή υπηρεσιακή κυβέρνηση. Πώς μπορεί όμως το όραμα να γίνει πράξη; Για το σκοπό αυτό εμφανίζονται οι τεχνοκράτες οι οποίοι εξειδικεύουν και επιστατούν στην εκτέλεση των επιμέρους ενεργειών.

Ο τεχνοκράτης είναι ειδικός στον τομέα του έχει δηλαδή τις επιστημονικές γνώσεις που απαιτεί η παρέμβασή του. Και το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο ο τεχνοκράτης είναι ελεύθερος να εφαρμόσει τις γνώσεις του. Ελεύθερος από την προϊσταμένη αρχή που διευθύνει στην στρατηγική πορεία, την πολιτική της χώρας.

Η ελευθερία όμως δεν διαχωρίζεται από την ευθύνη γιατί τότε μόνο είναι ελευθερία με την ορθή της έννοια. Επειδή όμως η ευθύνη πέφτει στους διευθύνοντες, δηλαδή τους πολιτικούς, οι τεχνοκράτες περιορίζονται στο ρόλο του επιστημονικού συμβούλου κατά το στάδιο του προγραμματισμού και του επιβλέποντος, εκτελεστή, ελεγκτή και επόπτη κατά το στάδιο της εφαρμογής του. Ορίστε η μεγάλη διαφορά τους και τα όρια της επικοινωνίας τους. Όταν λοιπόν οι μελέτες δεν εφαρμόζονται οι τεχνοκράτες δεν ευθύνονται. Οι ευθύνες των πολιτικών που είναι οι κυριότερες στο πλέγμα των δράσεων δεν αναιρούν όμως την ευθύνη των τεχνοκρατών.

Ο τεχνοκράτης ευθύνεται στο μέτρο που αντικειμενικά σφάλλει κι αυτό είναι ευνόητο. Υπάρχει όμως κι ένα άλλο μερίδιο ευθύνης. Η ιδεολογική κατεύθυνση του επιστήμονα επηρεάζει την αντικειμενική του κρίση και τον οδηγεί σε πολιτική συμφωνία που αναιρεί την επιστημονική του δεοντολογία. Αυτή είναι μια μορφή παρεμποδίσεως της προόδου επίτευξης του οράματος. Όταν ο επιστήμονας καλείται να προσαρμόσει την δουλειά του στις διαταγές του κόμματος και όχι στις επιταγές της λογικής της επιστήμης του τότε η πολιτική διαφθείρει τον επιστήμονα και φθείρει την χώρα.

Οι τεχνικές υπηρεσίες και οι επιτροπές της κρατικής διοίκησης στελεχώνονται στις επιτελικές τους θέσεις από κομματικά μέλη που στόχο έχουν την πιστή εφαρμογή του πολιτικού προγράμματος. Ως κομματικά στελέχη έχουν υποχρέωση ν'ακολουθούν την κυβερνητική γραμμή αλλά ως επιστημονικοί σύμβουλοι να είναι χρήσιμοι και αποτελεσματικοί. Όταν όμως χρειαστεί να διαφωνήσουν με την ιδεολογική κατεύθυνση του κόμματος πώς πρέπει να αντιδράσουν; Να κάνουν τις παρατηρήσεις τους και να προσαρμοστούν στις αποφάσεις; ή να επιμείνουν σ'αυτές και να παραιτηθούν;

Τις περισσότερες φορές οι τεχνοκράτες απλά συμφωνούν κι έτσι διατηρούν τις θέσεις τους. Είναι αυτό δεοντολογικό; Η ποιότητα των επιστημόνων συναρτάται και με την ποιότητά τους ως πολιτών.

Τα προβλήματα της Αθήνας είναι υπεράνω ιδεοληψιών και γι'αυτό το λόγο θα έπρεπε τα επιτελεία και οι τεχνοκράτες να προσηλώνονται περισσότερο στην αντικειμενική φύση της δουλειάς τους και όχι στην κομματική ορθότητα. Η συμμετοχή των πολιτών στην διαμόρφωση του πλαισίου που θα δίνει τις κατευθύνσεις στην νέα οργάνωση της πόλης είναι η υπέρβαση του παραπάνω διλήμματος.

Και εδώ αρχίζει η ευθύνη των πολιτών για την ωριμότητά τους, την θέλησή τους και την διαλλακτικότητά τους. Για μια ώριμη συμμετοχική πολεοδομία.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου